Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Όταν οι άλλοι κάνουν παρέλαση σαν γατιά έξω από την πόρτα του γαλατά (ΔΝΤ),εμείς βγαίνουμε στα κεραμίδια.

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

ΓΙΑΝΝΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ: ΤΟΝ ΧΩΡΙΣΑ ΓΙΑΤΙ ΗΤΑΝ ΦΤΩΧΟΣ



πηγή:
Του Κωνσταντίνου Πουλή

Με την αφορμή της επιστροφής της στο προσκήνιο και την χορηγία του «εκατομμυρίου» για την οργάνωση της ημερίδας που συμμετείχε ο Αλέξης Τσίπρας, θυμόμαστε το απολαυστικό κείμενο του Κωνσταντίνου Πουλή για αυτό το θαύμα της ελληνικής πραγματικότητας που ακούει στο όνομα: Γιάννα Δασκαλάκη Αγγελοπούλου
****

Τώρα που η Γιάννα Αγγελοπούλου παίρνει πάλι τη θέση που της αξίζει στην πολιτική μας επικαιρότητα, ήρθε η ώρα να πάρουν τον λόγο οι επαΐοντες. Ανήκω λοιπόν σε αυτούς που έχουν διαβάσει με προσοχή τις 472 σελίδες του  βιβλίου της (τόσες είναι και όντως τις διάβασα) και θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας τα συμπεράσματά μου.

Ήθελα από καιρό να μιλήσω γι’ αυτό το βιβλίο, και η συνάντησή της με τον Αλέξη Τσίπρα μού έδωσε την αφορμή.

****

Του Κωνσταντίνου Πουλή

Η πλήξη στις αυτοβιογραφίες προέρχεται συνήθως από τον εξωραϊσμό. Από την απομάκρυνση του ασήμαντου ή αυτού που θα έπρεπε να προκαλεί ντροπή. Το συναρπαστικό στοιχείο της αυτοβιογραφίας της Γιάννας Αγγελοπούλου, η πηγή της λογοτεχνικότητάς της, με μια έννοια, είναι η μέχρι ανατριχίλας ωμότητα, ο διάχυτος κυνισμός της, που την καθιστά ένα πραγματικά απολαυστικό ανάγνωσμα. Ένα μάθημα ανθρωπογνωσίας, και συγκεκριμένα ένα μάθημα ανθρωπογνωσίας μέσα στον καπιταλισμό.

Το βιβλίο είναι γεμάτο από μικρές ιστορίες με μεγάλη διεισδυτικότητα, όπως (καλά, τηρουμένων των αναλογιών) όταν ο Αγαμέμνων πατάει το πορφυρό χαλί στην Ορέστεια: πρόκειται για χειρονομίες που συμπυκνώνουν και συμβολίζουν το πρόσωπο. Όταν κάποιος υπουργός κάνει το λάθος να μετακινήσει την τσάντα croco Hermès που ήταν τοποθετημένη δίπλα στον πρωθυπουργό Σημίτη, η Γιάννα αντιδρά λέγοντας: «ΠΟΤΕ, ΜΑ ΠΟΤΕ να μην ξαναγγίξεις την τσάντα μου ή τα προσωπικά μου έγγραφα!» και ο Σημίτης συμπληρώνει: «Η θέση της κυρίας Αγγελοπούλου είναι εδώ, δίπλα στη δική μου».

Στο βιβλίο αυτό μπορεί κανείς να ακούσει τη Γιάννα να εξηγεί πώς χώρισε τον πρώτο άντρα της γιατί ήταν (συγκριτικά) φτωχός: «Έδειχνε εύπορος, έδειχνε να έχει καλή δουλειά και λαμπρές προοπτικές για το μέλλον – ή πάντως έτσι άφηνε να εννοηθεί […] Όμως αντί για τη δουλειά, αυτός προτιμούσε να παίζει τάβλι (σ.76). Η εικόνα συμπληρώνεται ακόμη γλαφυρότερα όταν αναφέρει ότι «έφτασ[ε] να τον βοηθήσ[ει] οικονομικά – πράγμα που δεν έχει γίνει ευρύτερα γνωστό» – απλώς το έγραψε στο βιβλίο (143).

Μαθαίνουμε, επίσης, πώς κατάφερε να εξασφαλίσει μια πρόσκληση στο δείπνο της οικογένειας Αγγελοπούλου που της άλλαξε τη ζωή, στο Φανάρι. Οι λεπτομέρειες για την επιμονή της, τα αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα σε αγνώστους, σε εκκλησιαστικούς, σε πολιτικούς, μέχρι να καταφέρει να γνωρίσει τον Θόδωρο, είναι συναρπαστικότατες. Γιατί κανονικά ο άνθρωπος της εξουσίας ντρέπεται να αποκαλύψει το γλείψιμο που τον οδήγησε ώς εκεί. Η Γιάννα όμως δεν ντρέπεται. Δεν ντρέπεται καθόλου. Η οικογένεια Αγγελοπούλου κάλυπτε τα έξοδα μετάβασης και διαμονής για το τραπέζι στο Φανάρι, με τη γενναιοδωρία που μόνο μια τέτοια οικογένεια ξέρει να επιδεικνύει. Ο Παναγιώτης Αγγελόπουλος ήταν και αφοσιωμένος υποστηρικτής της Εκκλησίας (121), η οποία εκκλησία προφανώς επίσης δεν ντρεπόταν για αυτές τις συναναστροφές. Αναγορεύτηκε Μέγας Λογοθέτης, «το ανώτατο αξίωμα της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας», που σήμερα κατέχει ο Θόδωρος. Εξάλλου τον γιό τους βάφτισε ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης, τελώντας για πρώτη φορά αυτοπροσώπως ένα τέτοιο μυστήριο (144). Ουδέν σχόλιον, για να μην ξεστρατίσουμε από τα του βιβλίου. Όταν λοιπόν καταφέρνει να συναντήσει τον μπαμπά Αγγελόπουλο η Γιάννα, του λέει: «Θέλω να ξέρετε πόσο στενοχωρήθηκα που υπήρξα επίμονη για την πρόσκληση. Όμως ήθελα τόσο πολύ να είμαι εκεί και να θαυμάσω το έργο σας» (125) και πιο κάτω «ήθελα να τον ευχαριστήσω, τον ίδιο και την οικογένειά του, που είχαν δημιουργήσει κάτι τόσο σημαντικό για τον Ελληνικό (με αρχικό κεφαλαίο) λαό» (133). Υπέροχο δείγμα της αφοπλιστικής ειλικρίνειας της συγγραφέως, όταν αφηγείται τη στιγμή κατά την οποία στο εν λόγω γεύμα χύνεται κρασί στο φόρεμά της και κάποιος φωνάζει «Γούρι, κυρία Δασκαλάκη, λεφτά θα σας έρθουν!» (128).

Μέσα σε αυτή τη γιορτή της ειλικρίνειας διαβάζουμε φράσεις-διαμάντια όπως: «είχα εκτονώσει όλον τον φυσιολογικό ιδεαλισμό του νέου ανθρώπου» (78) και, όταν αναφέρει πως ξεκίνησε την πολιτική της σταδιοδρομία στη Νέα Δημοκρατία, παραδέχεται με συγκινητική αφέλεια όπως πάντα: «ασφαλώς, την επιλογή μου αυτή τη διευκόλυνε το γεγονός ότι η ΝΔ έδειχνε να πλησιάζει πάλι στην εξουσία» (79).

Και βεβαίως η εμβέλειά της δεν περιορίζεται στην ψωρο-Κώσταινα. Βλέποντας κανείς την αφίσα του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ που γιορτάζει τα πενήντα χρόνια της Γιάννας, αντιλαμβάνεται την κατάντια των ιδρυμάτων που προκειμένου να χαρτζιλικώνουν κάποιον σπασίκλα για να μελετά τα σανσκριτικά, πρέπει να σβήνουν κεράκια στη Γιάννα και να της δίνουν θέσεις για να παριστάνει τη διανοούμενη και να οργανώνει συνέδρια. Η ίδια, με χαρακτηριστική ηλιθιότητα γράφει «προφανώς κι εγώ άφησα κάποια εντύπωση με το πέρασμά μου – το βιογραφικό μου ήταν τέλεια προσαρμοσμένο στις νέες φιλοδοξίες του Χάρβαρντ». Περιγράφει την πρώτη της ομιλία: «προετοιμάστηκα με ιδιαίτερη επιμέλεια, από το εντυπωσιακό φόρεμα του Yves Saint-Laurent μέχρι την προσεκτικά δομημένη ομιλία μου» (187).

Η συγγραφέας μάς μιλά για το σπίτι των 2.800m2 που αγόρασαν με τον Θόδωρο στο Λονδίνο, όπου ένιωθε μια περίεργη οικειότητα γιατί είχε κι εκεί μανόλιες, όπως το σπίτι της στην Αθήνα, και συνεχίζει με ένα στιγμιότυπο βγαλμένο από κωμωδία, με τη μάνα της να θυμιατίζει περιφέροντας το λιβάνι στο σπίτι των τριών στρεμμάτων.

Η σημασία που έχει αυτή η ιστορία είναι τεράστια, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η κοινωνία σε συντριπτικά ποσοστά αγκάλιασε την αθλιότητα των ολυμπιακών αγώνων. Το ενδιαφέρον είναι ότι πρόκειται για το μοναδικό σκάνδαλο που συνέβη με τέτοια τρομακτικά ποσοστά κοινωνικής αποδοχής.

Όταν ξεκινά την αφήγηση για τη διεκδίκηση των ολυμπιακών η Γιάννα γράφει «αυτή η πρωτιά δεν είναι τίποτα μπροστά στην έλξη που μου ασκούσε η πατριωτική διάσταση – η ευκαιρία να υπηρετήσω την Ελλάδα σε αυτή την ιστορική αποστολή». Αναφέροντας μετά ότι η διεκδίκηση ήταν «ιδέα του Γιώργου Λιάνη που την είχε αγκαλιάσει ο Ανδρέας Παπανδρέου» (209-10) συμπληρώνεται η εικόνα του πατριωτισμού. Η Γιάννα ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα για «να μεταδώσει το μήνυμα ενός πατριωτισμού νέου είδους» (333). Η εικόνα αυτή διαπερνά το βιβλίο, αφού η κραυγή «Ελλάς-Ελλάς» αντηχεί με την ανακοίνωση της ανάληψης, καθώς για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες «οι Έλληνες βρέθηκαν όλοι ενωμένοι – ένας περήφανος λαός, έτοιμος να καταλάβει τη θέση που δικαιωματικά τού ανήκε στη δημόσια σκηνή» (258). Αυτές οι περιγραφές φαντάζουν σαν εικόνες από παιδάκι στις κούνιες που τρίζουν, στην αρχή ενός θρίλερ, με την κατάλληλη μουσική. Και, σαν από καπρίτσιο της τύχης, ενσκήπτει πάντα ένα στοιχείο κωμικής ταξικότητας σε αυτές τις στιγμές της εθνικής ομοψυχίας: Όταν ανακοινώνεται η ανάληψη των αγώνων, ξεκινά μια αληθινή πανδαισία, όπου όλοι την αρπάζουν και την αγκαλιάζουν, τόσο ώστε «συνεχώς χρειαζόταν να περιμαζεύω τα μαργαριταρένια σκουλαρίκια μου» (258). Το ίδιο όταν ανοίγει το παράθυρο από το αυτοκίνητο για να ενωθεί με τον λαό κατά τους πανηγυρισμούς για την κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου το 2004. Γράφει: «τόσο ενθουσιάστηκα, που άνοιξα το παράθυρο και άρχισα να χαιρετάω όποιον έφθανα. Η ασφάλεια συνοδείας δεν έδειχνε ευτυχής: γνώριζα όμως ότι ούτε εγώ κινδύνευα, ούτε το μονόπετρο!» (341).

Ξεκινά, μετά την ανάληψη της διεκδίκησης, μια περίοδος σκληρής εργασίας, στην αρχή από τον πρώτο όροφο της Μεγάλης Βρετανίας, που τον έκλεισε και τον πλήρωνε μόνη της (219). Αναφέρεται στη συνήθειά της να καπνίζει πούρα και στην άνεση που ένιωθε δίπλα στους εστεμμένους, γιατί ανήκε στον κόσμο τους και μιλούσε τη γλώσσα τους. «Ήταν αδιανόητο να το σπαταλήσω αυτό το πλεονέκτημα παριστάνοντας ότι ήμουν κάτι μέτριο, μόνο και μόνο για να μην ταράξω τη συνείδηση των σοσιαλιστών» (235).

Η διανοητικότητα δεν είναι ανάμεσα στις αρετές του βιβλίου, ευτυχώς. Υπάρχουν μετρημένες αναφορές σε βιβλία, όμως εντελώς καίριες: Ένα κεφάλαιο επιγράφεται (στα σοβαρά) «Ο Σουν Τσου, ο Μακιαβέλι κι εγώ» (304). Εξηγεί ότι οι πολιτικοί ήταν πάντοτε εμπόδιο στα σχέδιά της και ότι έπρεπε διαρκώς να εξασφαλίζει ότι θα ψηφίζονταν κατεπειγόντως νόμοι που θα επιτάχυναν πλήθος διαδικασιών (282). Μιλά ευγενικά για «μεταβολές στην προσέγγιση των νόμων που κάλυπταν τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα» (284). Ομολογεί: «Όντως το κόστος δημιουργίας υποδομών απογειώθηκε. […] για χρόνια διαδίδονταν φήμες ότι οι κατασκευαστικές εξασφάλιζαν συμβάσεις μέσα από πολιτικές επαφές. Ποτέ δεν ολοκλήρωναν τα έργα έγκαιρα και χωρίς υπερβάσεις. Και, ναι, η Ελλάδα κλήθηκε να πληρώσει ψηλό τίμημα. […] Οι διαγωνισμοί δεν έβρισκαν ανταπόκριση μέχρις ότου οι τιμές να ανέβουν στο επίπεδο εκείνο που οι εταιρείες έκριναν ικανοποιητικό, δηλαδή στο επίπεδο το οποίο οι ίδιες είχαν διαμορφώσει. Η κυβέρνηση δεν διέθετε τη γνώση, την πείρα, ή ίσως-ίσως την πολιτική βούληση, να αντισταθεί στις επιχειρηματικές συμπλεύσεις. Βρισκόμασταν στο έλεος των κατασκευαστικών εταιρειών, κι εκείνες έλεος δεν έδειχναν (326). Κατασκευάστηκαν γήπεδα σε μέρη που ήδη υπήρχαν, δαπανήσαμε 1,5 δις. ευρώ για την ασφάλεια, ποσό εξαπλάσιο από του Σίδνεϋ το 2000».

Ας μην ασχολούμαστε με τα δισεκατομμύρια, όμως. Ο Μακρυγιάννης της νεώτερης Ελλάδας (όπως είχε χαρακτηρίσει ο Γεωργουσόπουλος τον Παπαϊωάννου) της διάλεξε ένα υπόλευκο φόρεμα –περίπου στο αχνό μπεζ- και τη δίδαξε πώς να περπατήσει σαν να ανεβαίνει σε σύννεφο. Οι μόνοι που δεν μπορούν να τα εκτιμήσουν αυτά λέει η Γιάννα είναι οι «αιώνια δυσαρεστημένοι», δηλαδή εγώ. Φτάνει η μεγάλη στιγμή, σε έναν χώρο γεμάτο υψηλούς προσκεκλημένους που αναφέρονται ονομαστικά: βασιλιάδες, πρωθυπουργοί κ.τ.ό., ενώ «εγώ απλώς και μόνο λάμπω – μια φλόγα συγκίνησης φωτίζει το πρόσωπό μου» (357). Παρακολούθησαν 2 δις. τηλεθεατές
ο Βακαλόπουλος έγραφε ότι οι ολυμπιακοί κατ’ εξοχήν μεταμορφώνουν τον πλανήτη σε πλανήτη τηλεθεατών.

Από όλον αυτόν το συρφετό όμως της λατρείας των χρημάτων και της προβολής, που κορωνίδα του υπήρξαν οι ολυμπιακοί αγώνες και το κιτσαριό της εθνικής περηφάνιας των τελετών, μένει ένα πράγμα που αξίζει να ξανασκεφτούμε τώρα που άλλαξαν οι καιροί και οι άνθρωποι δεν ζητούν μεγαλεία, αλλά απλώς τη δουλειά τους ή τη σύνταξή τους. Και αυτό είναι τι κατά βάθος θέλουμε. Η Γιάννα ξέρει τι θέλει, και το πέτυχε. Εμείς; Είναι κάπως φθαρμένοι οι στίχοι του Γέιτς που έχει χρησιμοποιήσει η Ντόρα Μπακογιάννη αλλά και η Ναόμι Κλάιν: The best lack all conviction, while the worst are full of passionate intensity. Οι καλύτεροι δίχως πεποίθηση καμιά, ενώ οι χειρότεροι ωθούνται από την ένταση του πάθους. Η Ναόμι Κλάιν επιμένει και ρωτά: θέλεις να μη γίνει ο πόλεμος στο Ιράκ, τόσο όσο ο Ντικ Τσένι θέλει να γίνει; Θέλεις να μη γίνει ένα περιβαλλοντικό έγκλημα, τόσο όσο η Shell θέλει να γίνει; Η ιστορία της Γιάννας Αγγελοπούλου είναι η ιστορία (μεταξύ άλλων) του ολυμπιακού εγκλήματος με το βλέμμα μιας γυναίκας που το έβαλε αμέτι μουχαμέτι, το πέτυχε και το καταφχαριστήθηκε. Εσύ, εγώ, πόσο πείσμα διαθέτουμε για να στηρίξουμε κι εμείς τα όνειρά μας;

Και
για να κλείσω με μια ακόμη επικαιρική νότα, όπως στο ξεκίνημα ο ΣΥΡΙΖΑ; Αυτό το κόμμα της Αριστεράς που πλησιάζει στην εξουσία, τι ακριβώς επιδιώκει; Καλά ο Στέφανος Κασιμάτης που πήρε συνέντευξη από τη Γιάννα «στο υπέρκομψο γραφείο της στο Μαρούσι, ήπιε τσάι με τη Fuehrerin από φλυτζάνι με το μονόγραμμά της, θαύμασε τη δερμάτινη επένδυση των τοίχων και, βεβαίως, τον πίνακα του Μαξ Ερνστ στο βάθος». Κασσιμάτης είναι αυτός, ταιριάζει με το περιβάλλον, «βρήκε η μύξα το μανίκι», όπως λέει ο λαός. Ο Τσίπρας;

Υ.Γ. Το βιβλίο μού το δώρισε ένας φίλος, δημοσιογράφος, που διαθέτει το σπάνιο προτέρημα να μπορεί να καταλαβαίνει ταυτοχρόνως τι δηλώνει για την Ελλάδα η ιστορία της Γιάννας, αλλά και να διασκεδάζει με τις τσάντες, τα παπούτσια της και το λιβάνι στο σπίτι των τριών στρεμμάτων. Τον ευχαριστώ και για τα δύο και του αφιερώνω το πόνημά μου.
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)


ΤΕΡΜΑ ΟΙ ΓΩΝΙΑ, ΚΟΥΦΑΛΕΣ

Ο ΣΥΡΙΖΑ ΟΡΜΑΕΙ ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ 

πηγή:
Κωνσταντίνος Πουλής


«Τέρμα η γωνία, κουφάλες. Κι όπως λέει η γηραιά κυρία της γειτονιάς μου, να είναι καλά τα παιδιά […] που δεν δραπέτευσαν στη μέση της μάχης εν ονόματι των αρχών».
Εφ. Αυγή, 21/9/2015

Είναι ωραίο να νικάς και θλιβερό να θέλεις να χάνεις. Ιδίως είναι υποτιμητικό αν ψυχολογικά νιώθεις πιο άνετα στην ασφάλεια της ήττας. Στην ασφάλεια μιας θέσης δηλαδή που δεν έχει ευθύνες, δεν απαιτεί τίποτε άλλο από το να κατηγορείς τους άλλους που σε αδίκησαν.

Όλα αυτά είναι σωστά, υπό έναν όρο: Ότι την νίκη την επιτυγχάνεις ως αυτό που είσαι. Αυτός είναι ο ένας και μοναδικός, ο απαράβατος όρος για να έχουν νόημα αυτά που λέμε. Διαφορετικά, επαναλαμβάνεις το μόνιμο αδιέξοδο κάθε τέτοιας κίνησης: ότι η νίκη σου απαιτεί να γίνεις ίδιος με αυτόν που ανέτρεψες, πως παίρνεις τη θέση του μόνο αφού έχεις γίνει σαν τα μούτρα του.

Άκουγα τη βραδιά των εκλογών την Τασία Χριστοδουλοπούλου να λέει ότι η ιδέα πως ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε σε μνημονιακό κόμμα είναι μεταφυσική(!), διότι το κόμμα είναι οι άνθρωποι, και οι άνθρωποι δεν αλλάζουν. Δεν ξέρω τι σημασία μπορεί να έχει η μεταφυσική στο μυαλό της, αλλά οι άνθρωποι αλλάζουν πολύ συχνά, ιδίως προς το χειρότερο. Για να πιστοποιηθεί αυτή η αλλαγή αρκεί μία υπογραφή, δεν θέλει πολύ. Σημασία έχει όμως πως το «ηθικό πλεονέκτημα» δεν το αποκτά κανείς μια κι έξω, για πάντα. Είναι κυρίως η επιμονή ενός ανθρώπου να εξακολουθεί να κάνει αυτό που πιστεύει, ιδίως όταν η ζωή τού χτυπάει την πόρτα λέγοντας ότι όλα θα ήταν πιο βολικά αν έκανε κάτι άλλο.
***
Παράδειγμα επίκλησης της ηθικής υπεροχής: ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, στη συζήτηση για το μνημόνιο, όταν μίλησε ο Ανδρέας Λοβέρδος για να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση, του απάντησε ότι δεν έχει δικαίωμα λόγου γιατί διαπόμπευσε τις οροθετικές γυναίκες. Να μην παρεξηγηθώ, πιστεύω ότι το όνειδος αυτής της πράξης θα πρέπει να στοιχειώνει τον Λοβέρδο σε όλη την πολιτική και προσωπική ζωή του, ότι δεν πρέπει να ξεχαστεί. Πιστεύω όμως ταυτοχρόνως ότι η ιδέα πως θα γίνεται κριτική για το μνημόνιο και η Αριστερά θα απαντά «ναι, αλλά εσείς βασανίζετε τους μαύρους», δεν είναι ικανοποιητική. Θέλω να πω ότι οι αμαρτίες (οι τεράστιες) της άλλης πλευράς δεν δικαιώνουν τις επιλογές της Αριστεράς δια παντός. Το επιχείρημα αυτό θα ισοδυναμούσε με τις πολύ πονηρές υπηρεσίες που προσφέρει σήμερα ο νεοναζισμός στον δημόσιο διάλογο. Έδωσε την ευκαιρία στον Βενιζέλο να κηρύσσει αντιφασιστικό αγώνα, να μας λέει ότι εγώ μπορεί να είμαι ο Βενιζέλος, αλλά αυτοί είναι ναζί! Με τον ίδιο τρόπο, δεν έχει νόημα να λέει κανείς «εγώ μπορεί να ψήφισα μνημόνιο, αλλά κι εσύ διαπόμπευσες οροθετικές!» Ο καθένας ευθύνεται γι’ αυτό που έκανε, και το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ χειρότεροι στην πολιτική, μέχρι και κανονικά κτήνη, δεν αθωώνει συγκριτικά μικρότερα κακά, διότι και η αθωότητα και η αγνότητα υπάρχουν ή δεν υπάρχουν κάθε συγκεκριμένη στιγμή, δεν τις διαθέτει κανείς λόγω θέσης. Τις διατηρεί όταν και για όσο αντέχει.
***
Ο Λυσιέν στις Χαμένες Ψευδαισθήσεις (ή Χαμένα Όνειρα) του Μπαλζάκ φτάνει στο Παρίσι για να κάνει δημοσιογραφική καριέρα. Η καριέρα αυτή απαιτεί ένα καλό εναρκτήριο χτύπημα, που είναι ούτε λίγο ούτε πολύ να γράψει έναν λίβελο εναντίον φίλου. Έτσι είναι αυτά. Δεν γίνεται λίγο-λίγο, ούτε «μεταφυσικά». Γίνεται ωμά, για να το καταλάβεις και να περάσεις τη διαβατήρια τελετή χωρίς αμφιβολίες. Βγαίνοντας, δεν έχεις καμία αμφιβολία ότι δεν είσαι πια ο ίδιος άνθρωπος. Κάπως έτσι αναβαπτίστηκε και ο πρωθυπουργός μας μετά το δεκαεπτάωρο και τον έρπητα.

Κοίταζα τα χαμογελαστά πρόσωπα και τους χορούς τη βραδιά των εκλογών. Εγώ, που δεν είμαι ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, είχα νιώσει μια κάποια χαρά κατά την ολιγοήμερη ηρωική περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τις 20 Φλεβάρη. Αυτοί που γλεντούσαν τη βραδιά των εκλογών του Σεπτεμβρίου ήταν κάποιοι άλλοι. Δεν υπήρχε τίποτα από την αρχική αισιοδοξία ενός ΣΥΡΙΖΑ που «θα αλλάξει την Ευρώπη». Κατάφερε να συντριβεί στις διαπραγματεύσεις και μαζί να εξαφανίσει όσους λένε αυτά που έλεγε. Να μηδενίσει δηλαδή τις αντιστάσεις σε αυτά που κατήγγελε τόσα χρόνια. Υπέγραψε πρώτα και μετά πήγε σε εκλογές χωρίς κανένα πολιτικό ζητούμενο, για να βεβαιώσει την παραμονή του στην εξουσία. Δεν μπορώ να φανταστώ ποιον άλλον μπορεί να αφορά αυτή η διαδικασία εκτός από τα επαγγελματικά στελέχη.

Με λίγα λόγια, η νίκη χωρίς όρους είναι πασοκισμός. Δεν ξέρω ποιοι μπορεί να γλέντησαν την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και γιατί. Ξέρω όμως ότι για όποιον συνδέει την πολιτική με την ηθική, και δεν θεωρεί πως πρόκειται για άθλημα επικράτησης, η νίκη έχει νόημα μόνο αν είμαι εγώ που νίκησα, όχι το πλάσμα στο οποίο υποχρεώθηκα να μεταμορφωθώ προκειμένου να επικρατήσω.
***
Αριστερός δεν είναι κάποιος που πάντα χάνει. Είναι όμως για μένα κάποιος που έχει το θάρρος να αποδεχθεί και την ήττα, προκειμένου να παραμείνει αυτός που ήταν. Έτσι χάνει κανείς, διότι συνδέει τη μοίρα του με συγκεκριμένες ιδέες. Δεν πρόκειται λοιπόν για αλλεργία στην επιτυχία, παρά για αλλεργία στη μετάλλαξη.


Άμα τύχει να τολμήσει κανείς να υπενθυμίσει τον Κροπότκιν και τον Τσε, για να πει ότι όταν σου δίνουν ένα υπουργείο δεν πρέπει οπωσδήποτε να το πάρεις, αντιμετωπίζεται με θυμηδία: τι θυμήθηκες, με τι συγκρίνεις τον εαυτό σου και με τι συγκρίνεις τους άλλους. Δεν μου φαίνεται αστείο. Είναι πολύ ωραία η φράση του Καμύ, πως «φθονούμε αυτό που δεν έχουμε, αλλά ο επαναστατημένος άνθρωπος υπερασπίζει αυτό που είναι». Ορίστε λοιπόν μια χρήσιμη διάκριση. Σε αντίθεση με τον μνησίκακο άνθρωπο του φθόνου, ο επαναστατημένος άνθρωπος δεν είναι άδειο κέλυφος. Έχει κάτι που δεν ανταλλάσσεται. Αυτό δεν είναι υποχρεωτικό να το καταλάβει ο καθένας. Αλλά αυτός που τοποθετείται ιστορικά σε αυτήν την παράδοση πρέπει να μπορεί να το καταλάβει. Δραπέτευση είναι η εγκατάλειψη των αρχών, ας μην παραλογιζόμαστε.
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)

ΘΕΝΩ ΦΩΤΙΟΥ, Η ΒΕΦΑ ΑΛΕΞΙΑΔΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ ΠΙΤΕΣ


Πριν μερικές ημέρες είχε πει: «Τα γεμιστά είναι ελληνική επινόηση. Με το τίποτα όπως είναι τα γεμιστά χορταίνει ολόκληρη οικογένεια. Έτσι θα τα καταφέρουμε». Σήμερα, μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1 FM, όταν ρωτήθηκε χαριτολογώντας τώρα που χειμωνιάζει τι θα γίνει αφού τα γεμιστά είναι καλοκαιρινό φαγητό, η κα Φωτίου απάντησε:

«Αφού αυτά που είπα για τα γεμιστά είχαν τόση ανταπόκριση στα media, νομίζω ότι τώρα που χειμωνιάζει το πιο φιλοσοφημένο φαγητό είναι οι πίτες. Με λίγο αλεύρι και ελάχιστα υλικά χορταίνει μια οικογένεια».
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)


Ο ΞΑΔΕΡΦΟΣ ΤΟΥ ΤΣΙΠΡΑ ΚΑΙ Η ΜΑΖΑ


πηγή:


Παρά τη βουβαμάρα των εκλογών, ο κόσμος που μας ψήφισε δεν αισθάνεται ηττημένος. Αλλιώς δεν θα μας ψήφιζε. Και έτσι, τρόπον τινά, νομιμοποιεί το μνημόνιο πολιτικά, το καθαίρει από το στοιχείο της ήττας, της ανακολουθίας. Όσοι θέλουν να συνεχίσουν να αισθάνονται έτσι, είναι πια πρόβλημά τους. Σε τελευταία ανάλυση, είναι ο κόσμος, η μάζα, που ορίζει πολιτικά τα πράγματα. Τι είναι ηθικό και τι όχι, τι επιτρεπτό και τι ανεπίτρεπτο. Ο κόσμος που δεν πρέπει να απογοητεύσουμε είναι αυτός ο κόσμος, ο πολύς. Όχι οι «ηττημένοι».

Πρόκειται για λόγια (μέσω facebook) του Γιώργου Τσίπρα, ξάδερφου του πρωθυπουργού.



Η δήλωση εξόργισε πολλούς, ανάμεσά τους και αρκετούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που είδαν την επομένη των εκλογών, η ψήφος τους να μπαίνει κυνικά στο σακούλι της «νομιμοποίησης του μνημονίου».

Η ξιπασιά ανθρώπων που πλέον δεν νιώθουν κανένα ηθικό εμπόδιο και μετράνε τα πάντα με κριτήριο τη δική τους αγκίστρωση στην εξουσία είναι σίγουρα προκλητική.

Πολλές φορές μάλιστα οι νεόκοποι ξεπερνούν σε θράσος τους πιο «έμπειρους». Για παράδειγμα, η Θεοδώρα Τζάκρη που έχει ψηφίσει και τα τρία μνημόνια, είναι πολύ αμφίβολο αν θα έκανε ποτέ μια τέτοια δήλωση.

Εδώ όμως συναντιέται η άτσαλη προσπάθεια του «νεόκοπου» να αναδειχτεί στο νέο του περιβάλλον, μαζί με το γεγονός ότι χρειάζονται αρκετές εξετάσεις για να πείσει ότι έχει προσαρμοστεί σε αυτό.

Και, βέβαια, υπήρχε πάντα ένα περιβάλλον «κολλητών», έμπιστων και συγγενών της εκάστοτε εξουσίας που είχαν αυτό το ρόλο.

Το ΠΑΣΟΚ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ο Κουτσόγιωργας, ο Κατσιφάρας («αν δεν υπήρχε ο Ανδρέας Παπανδρέου, δεν θα μας ήξερε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας μας») και άλλοι αποτέλεσαν ένα περιβάλλον πάντα πρόθυμο να επιτίθεται κυνικά σε όποιον «ηττημένο» απειλούσε τον γενναιόδωρο αρχηγό και το κόμμα.

Έτσι, η «μάζα», δηλαδή το 35%, οι (320.000 λιγότεροι από τον Ιανουάριο) ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ ή o 1 στους 5 του εκλογικού σώματος αν υπολογίσουμε και την αποχή (αυτή δεν είναι «μάζα»;) ξέπλυναν το μνημόνιο και μαζί τους νέους υποστηρικτές του…

Μπορεί κανείς να έχει διαβάσει μπόλικο μαρξισμό, αλλά καμιά φορά αρκεί μια θέση σε ένα νέο περιβάλλον για να τον υπεραπλουστεύσει, να αφαιρέσει κάθε ιδεολογικό και αξιακό στοιχείο και να τον μεταφράσει στο αξίωμα «η μάζα (δηλαδή στην περίπτωσή μας, οι ψήφοι) δικαιολογεί τα πάντα» με τρόπο που μάλλον θυμίζει άλλες ιδεολογίες…

Ο Βουλγαράκης έλεγε πως ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό. Σωστό με την ίδια λογική, αφού η «μάζα» ψηφίζει τους βουλευτές που ψηφίζουν τους νόμους. Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες για «ηττημένους»…

Έτσι, το «σχέδιο Τσίπρα» που θα καταργούσε τα μνημόνια και θα έφερνε τη δημοκρατία στον τόπο, μπορεί να μην δικαιώθηκε, αλλά το (αποκαθαρμένο) μνημόνιο, η κυβέρνηση, τα υπουργεία Τσίπρα μπορούν για κάποιους να είναι μια διέξοδος.

Ο μεταμορφισμός, η προσαρμογή, ο κατήφορος, φαινόμενα των ημερών. Για όσους δεν είδαν τον κυβερνητισμό σαν κίνδυνο αλλά σαν ευκαιρία.

Υ.Γ.: Η τέτοια κατάληξη δεν είναι επιτυχία για τους χώρους που ανέδειξαν τέτοιες περιπτώσεις. Αντίθετα, είναι αφορμή για σκέψη και απολογισμούς. Ούτε «πάντα έτσι ήταν», ούτε «ξεχώρισε η ήρα από το στάρι»…

===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)

ΣΥΡΙΖΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ: Ο ΤΣΙΠΡΑΣ, Ο ΦΙΛΗΣ, Ο ΞΥΔΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΠΟΥ ΞΕΡΑΜΕ




Μάνος Στεφανίδης

πηγή:
http://www.anoixtoparathyro.gr

Για μερικούς ανθρώπους η φάτσα τους είναι η τιμωρία τους. Δεν είμαι ρατσιστής, ελπίζω. Είμαι φυσιογνωμιστής. Τον βομβάρδισα με προτάσεις και αυτόν και τον πρωθυπουργό του, ούτε καν μου απάντησαν. Τους έστειλα προτάσεις πολιτισμού που δεν στοιχίζουν τίποτε αλλά μπορούν να απογειώσουν την εικόνα της χώρας διεθνώς. Αλλά δεν πιστεύουν ούτε στον πολιτισμό, ούτε στην παιδαγωγική δυνατότητα, αλλά και ούτε στους εκπροσώπους του, βέβαια. Ο πρόσφατος ανασχηματισμός το απέδειξε περίτρανα. Δεν είναι μόνο γραφειοκράτες, είναι και ατάλαντοι. Και βέβαια δεν έχουν σχέση με τον πολιτισμό, ούτε καν με τη διαχείρισή του. Για αυτούς, ο πολιτισμός, όπως και όλα τα άλλα άλλωστε, είναι αναβαθμοί για τη κατάκτηση, τη χρήση αλλά και τη κατάχρηση της εξουσίας.


Και όμως, σήμερα που η Ελλάδα είναι, καλώς ή κακώς, στο ειδησεογραφικό επίκεντρο της υφηλίου, χάνουμε μοναδική ευκαιρία να μην τρελάνουμε την υφήλιο με γεγονότα υψηλής επικοινωνιακής δύναμης, δηλαδή με πολιτισμό. Θα μπορούσαν τα μουσεία μας, οι ορχήστρες μας, οι ταινίες μας, τόσα ταλέντα που παραμένουν άγνωστα και ανεκμετάλλευτα να πυροδοτήσουν μέσα στη παρακμή μια μικρή, καλλιτεχνική αναγέννηση. Τους οργάνωσα έκθεση σύγχρονης ελληνικής τέχνης μέσα στο σημαντικότερο γερμανικό ίδρυμα, το Altes Museum του Βερολίνου. Τους πρότεινα το παλιό μουσείο της Ακρόπολης, στον ιερό βράχο, που η Μενδόνη το ήθελε αποθήκη (sic) να καταστεί υποδειγματικό μουσειακό Ιερό στο οποίο κάθε δυο χρόνια θα εκτίθενται συμβολικά δυο τρία αριστουργήματα (πχ. ένας κούρος, μια φιγούρα του Giacometti και ένα τόρσο του Rodin), συμβολικό αφιέρωμα στους πολιτισμούς του κόσμου και προσκύνημα για όλη την ανθρωπότητα. Τους πρότεινα ένα όραμα και εισέπραξα παγερή αδιαφορία.



Ο Ξυδάκης υπήρξε έμμεσα μαθητής μου (όπως εξ άλλου και η Ζαχαροπούλου) όταν εκείνος έκανε ρεπορτάζ κι εγώ έγραφα επιφυλλίδες στη Καθημερινή μετά από πρόσκληση του Αντώνη Καρκαγιάννη. Μετά, ως τεχνοκριτικός κατ” αποκοπήν, έγινε ανταγωνιστής μου φτάνοντας στο σημείο, ο ζηλιαρούλης, να με διαγράψει από την AICA (Εταιρεία Ελλήνων Τεχνοκριτών) ως αντιπρόεδρός της. Προς τιμήν του τώρα με αποκαθιστά ο νέος της πρόεδρος, καθηγητής Εμμανουήλ Μαυρομμάτης. Ο Ξυδάκης, αν και εραστής της δραχμής, δεν πήγε με τον Λαφαζάνη γιατί βέβαια ξέρει το συμφέρον του. Η συνεχής τηλεοπτική του έκθεση όμως έπληξε ανεπανόρθωτα το όνομα που είχε κάνει ως επιφυλλιδογράφος της Καθημερινής. Ήταν τότε που τον ενέπνεε η στήλη μου «Το Γυάλινο Μάτι» στην Ελευθεροτυπία. Μόνο που αυτός περιοριζόταν σε λυρικές γενικότητες αναφερόμενος στον πολιτισμό και την πολιτική του, χωρίς ποτέ να θίγει την εξουσία και τους εκπροσώπους της. Όμως η κριτική πρέπει πάντοτε να γίνεται ad hominem. Αλλιώς καταντάει ευχολόγιο και κήρυγμα. Θα μου πείτε βέβαια πως μόνο όταν γράφεις έτσι, γίνεσαι υπουργός. Και θα σας απαντήσω πως πολύ γρήγορα έτσι και ξεγίνεσαι. Επειδή αυτό που τελικά μένει είναι κάποια κείμενα και συγκεκριμένες στάσεις. Όλα τα άλλα είναι δημόσιες σχέσεις και μήντια-σαγανάκι.


ΥΓ 1. Το λέμε εδώ και 25 χρόνια: Δεν βιώνουμε κρίση αλλά κάτι πολύ δυσμενέστερο. Βιώνουμε παρακμή. Κρίση και μάλιστα ανθρωπιστική ζούν στη Συρία, το Αφγανιστάν, κλπ.

Και κάποια ερωτήματα: Τελικά πήρε το πτυχίο του ο υπουργός Παιδείας Φίλης; Μιλάει καμία ξένη γλώσσα ο ίδιος ή ο υπουργός Εξωτερικών Ξυδάκης; Η ικανότητα του Αλέξη να επιλέγει τους πιο κατάλληλους είναι μοναδική. Η νέα -λέμε τώρα- κυβέρνηση αποτελείται από δημοσιογραφικούς και από γραφικούς τύπους, αποκλειστικά. Ακόμη και Τέρενς έχει στους κόλπους της πλην Φίλη και Ξυδάκη του αξιοδάκρυτου. Άλλα κόλπα! Ο επικοινωνιακός Αλέξης φαίνεται να έχει μεγάλη εκτίμηση στα γιουσουφάκια της επικοινωνίας. Στο Παιδείας πάντως έχουμε τον απόλυτο συμβολισμό και συγχρόνως την τέλεια ερμηνεία για την χρόνια κατάντια της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης: Έναν αιώνιο φοιτητή σε ρόλο υπουργού Παιδείας με υφυπουργό – υφιστάμενο έναν πρώην Πρύτανη- εκπρόσωπο εκείνου του ακαδημαϊκού κατεστημένου που συναλλάσσεται με τις κομματικές νεολαίες και τους φοιτητοπατέρες. Έξοχο! Ρε Αλέξη έχεις μεγάλα κέφια – παρά τη κούραση της 17ωρης διαπραγμάτευσης.

ΥΓ 2. Δύση …Κάπως έτσι τελειώνει η Αριστερά που πίστεψα 40 χρόνια τώρα. Με τον Αλέξη σε προγραμματική συμφωνία με τους καμμένους και σε πλήρη ανατροπή των διαφορών ανάμεσα σε Αριστερά και Δεξιά. Με τον Αλέξη υποστηρικτή μιας καινούριας αναξιοκρατίας-μετριοκρατίας και προτεζέ των Αμερικανών. Με τον Αλέξη σε ρόλο αριστερού ψάλτη σε δεξιό σαρανταλείτουργο. Χτες έζησα τη τελευταία ήττα του ΕΑΜ. Την τελική ήττα της γενιάς μου απο μια νεότερη γενιά απαράτσνικων και γραφειοκρατών τρελαμένων για εξουσία. Ποιοι ξεπουλάνε πιο εύκολα; Οι έμπειροι ή οι άπειροι; Ο Αλέξης πασοκοποίησε μεθοδικά τον ΣΥΡΙΖΑ με κατρούγκαλους και ξυδάκι για να νοστιμήσει η σαλάτα.

Ακούω μετά από πάρα πολύ καιρό τη «Ρωμιοσύνη» με την ξύλινη φωνή του Γρηγόρη θυμάμαι τα 20 μου χρόνια και κλαίω βουβά. Για τα λάθη μου, για τα λάθη μας, για το άγος των εργολάβων που υποδύονται τους αριστερούς. Καιρός ήταν…

Να μην κλαίω μόνο για γυναίκες. Να μη πενθώ μόνο έρωτες …
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)


Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΣΤΟΝ ΣΥΡΙΖΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ. ΤΩΡΑ ΠΙΑ ΤΟ ΟΜΟΛΟΓΟΥΝ: " ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ "


Νίκος Μπογιόπουλος
(στον eniko)


Παρατήρηση 1η: Ένας διαδικτυακός φίλος, ο Jo Di Graphics, έκανε την εξής επισήμανση: Ο Τσίπρας μετά την πρώτη ορκωμοσία του ως πρωθυπουργός πήγε στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής – και μετά έφερε Μνημόνιο. Τώρα, μετά την δεύτερη ορκωμοσία του ως πρωθυπουργός, πήγε στο ίδρυμα του Κλίντον στις ΗΠΑ – «φαντάζεστε τι έρχεται;», αναρωτιόταν… Τον βρίσκετε υπερβολικό;  
  
    Παρατήρηση 2η: Ο Σαμαράς όταν έκανε την κωλοτούμπα από τον «αντιμνημονιακό» στον μνημονιακό Σαμαρά, είχε δηλώσει εκείνο το ηρωικό «ουδείς αναμάρτητος». Από το στόμα του Τσίπρα τέτοια κουβέντα δεν έχει ακουστεί. Λένε ωστόσο ορισμένοι (κακόπιστοι, φυσικά) ότι το κενό αυτό το κάλυψε χτες η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου, η μεγάλη χορηγός του ιδρύματος Κλίντον, η οποία ενώπιον του Κλίντον και του εκλεκτού ακροατηρίου του ιδρύματος επιδαψίλευσε δάφνες στον Έλληνα πρωθυπουργό, που ξεπέρασε το αμαρτωλό αντιμνημονιακό παρελθόν του. «Στην ελληνική πολιτική δεν είναι σύνηθες να παραδέχεται κανείς το λάθος του», ήταν τα λόγια της κυρίας Αγγελοπούλου.    

    Οι ίδιοι κακεντρεχείς προσθέτουν ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι – ακόμα και δια αντιπροσώπου – για να δηλώσει κανείς την μετάνοιά του. Όπως στο σχολείο, για παράδειγμα, όταν ο σκανδαλιάρης μαθητής καλείται να προσέλθει για εξηγήσεις με τον κηδεμόνα του.

    Η στήλη, πάντως (το ξεκαθαρίζουμε), δεν πιστεύει ότι η κυρία Αγγελοπούλου λειτούργησε, εν προκειμένω, ως «κηδεμόνας του μικρού Αλέξη». Και πολύ περισσότερο ως εγγυήτρια της μνημονιακής του μετάνοιας. Αυτό δεν θα μπορούσε επουδενί να συμβεί. Δεν το επιτρέπει, άλλωστε, το γεγονός ότι ο κ.Τσίπρας είναι «αριστερός»…   

    Παρατήρηση 3η: Στις 21/2/2015, την επομένη του περίφημου εκείνου Eurogroup της «δημιουργικής ασάφειας», η εφημερίδα «Αυγή» έλεγε – για λογαριασμό της κυβέρνησης - αυτά:



 Στις 6/6/2015 η εφημερίδα «Αυγή» έλεγε – για λογαριασμό της κυβέρνησης – αυτά:



Στις 27/6/2015 η εφημερίδα Αυγή «έλεγε» – για λογαριασμό της κυβέρνησης – αυτά:



Τώρα, το Σάββατο που μας πέρασε, στις 26/9/2015, η εφημερίδα Αυγή έλεγε – για λογαριασμό της κυβέρνησης – αυτά: 


Εσείς τι πιστεύετε ότι θα συμβεί αυτή τη φορά;

Παρατήρηση 4η:  Σε προχτεσινή του συνέντευξη στους «Financial Times», ο υπουργός Οικονομικών κ.Τσακαλώτος, προχώρησε σε μια πολύ ενδιαφέρουσα δήλωση. Είπε: «Μπορώ να κάνω πράγματα που δεν είναι ιδιαίτερα αριστερά».

    Κάποιοι θα πουν ότι μετά την υπογραφή και την ψήφιση του «αριστερού» Μνημονίου αυτή η εξομολόγηση ήταν περιττή. Συμφωνούμε.  

     Ωστόσο διατηρεί μια σχετική αξία στο πλαίσιο ενός πολύ πρόχειρου κουΐζ. Ιδού: Τι πιστεύετε; Η δήλωση του κυρίου Τσακαλώτου δικαιώνει, ναι ή όχι, τον μακαρίτη μεγαλομεγιστάνα Ανιέλι που, όπως έγραφαν τα «Νέα» σε μακρινότερες εποχές (23/7/1996), είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «το προσόν της Αριστεράς (σσ: της «Αριστεράς» των Τσακαλώτων) είναι ότι πολύ συχνά κάνει αυτό που δεν είχε πετύχει πριν απ’ αυτήν η Δεξιά»…

    Παρατήρηση 5η: Δεν ξέρουμε αν - όπως λέει ο αγαπημένος φίλος Σπύρος Μπρίκος στο εξαιρετικό βιβλίο του «Ιατρικό Παράδοξο» (εκδόσεις Μανδραγόρας) – όλα αυτά κριθούν «στο μεγάλο δικαστήριο της συνείδησης, κάποια μέρα, όταν όλοι οι μάρτυρες θα έχουν σωπάσει (…)».

    Ξέρουμε ότι όλα αυτά θα έπρεπε να κρίνονται σε πραγματικό χρόνο στο μεγάλο δικαστήριο της κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που δεν θα ανέχεται την υποκρισία, την δημαγωγία και τον αμοραλισμό. Ειδικά, μάλιστα, τον αμοραλισμό που φτάνει να πανηγυρίζει διότι οι φορείς του πρώτευσαν στην πολιτική εξαπάτηση.  
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ή ΠΩΣ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΕΣΤΕΙΛΕ ΤΟΝ ΚΟΡΜΟ ΤΗΣ ΓΙΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΟ



πηγή:
Στάθης


Η επόμενη μέρα είναι εδώ, σιδηρόφρακτη όπως το μνημόνιο – όμως με μια παράδοξη σχέση με το μέλλον, καθ’ ότι, παρ’ ότι επόμενη διαβαίνει τον χρόνο ανάποδα και οδηγεί τη χώρα πίσω σε καθεστώς παλαιοαποικιοκρατίας, «κανονιοφόρων» και «αντιβασιλείας».

Ο ΣΥΡΙΖΑ διαχειριστής του νέου Καθεστώτος Εντολής προσαρμόζεται. Στρίβει προς τα δεξιά. Και πολιτικώς και ιδεολογικώς. Όσον θα περνά ο καιρός η Αριστερά (που γονάτισε) θα γίνεται ένα διαρκές ντεζαβού της Δεξιάς  (που επέρχεται). Και ώσπου να παλινορθωθεί πλήρως η Δεξιά, θα μεταλλάσσεται σε Δεξιά το κομμάτι εκείνο της Αριστεράς που ως τώρα νομιμοποίησε την εν γένει πολιτική της δεξιάς στη χώρα, δηλαδή του μονοκομματικού δικομματισμού, με τα ιδιαίτερα μάλιστα χαρακτηριστικά που αυτός έλαβε την τελευταία 20ετία, όταν η ώσμωση της σοσιαλδημοκρατίας με τον νεοφιλελευθερισμό οδηγούσαν στην πιο ακροδεξιά πολιτική που εφαρμόσθηκε στην Ελλάδα και την Ευρώπη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κι ύστερα.

Η δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό επίπεδο ήδη προαναγγέλλεται και σχετίζεται με την ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 155 εδρών. Το έργο (μνημόνιο) που έχει αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι βαρύ, θα έχει κόστος και ήδη το Μαξίμου ετοιμάζεται για το επόμενο βήμα μιας όλο και πιο πιθανής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ της κυρίας Γεννηματά, του κ. Βενιζέλου και του κ. Λοβέρδου.

Ταυτοχρόνως το φλερτ Τσίπρα με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και το πιθανό πλέον πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ στην ευρωσοσιαλιστική ομάδα, θα ανοίξει τον δρόμο για το τρίτο και τελευταίο στάδιο μιας τριετούς τουλάχιστον διακυβέρνησης βασισμένης στην παρούσα βουλή, που θα είναι ο «μεγάλος συνασπισμός». Διότι το μνημόνιο θα πρέπει να τελειωθεί χωρίς να πάμε σε νέες εκλογές. Αν αυτός ο σχεδιασμός ευοδωθεί, το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ σε συνεργασίες πρώτα με το ΠΑΣΟΚ κι ύστερα με τη ΝΔ θα είναι ένας «εξευρωπαϊσμός» με τις ευλογίες αλλά και τη διαρκή επιτήρηση του Βερολίνου, των τροϊκανικών «θεσμών» και του εφ’ ημάς Υπερπρωθυπουργού (ή Υπατου Αρμοστή, ή Ανθυπάτου, ή Γκαουλάιτερ, ό, τι προαιρείσθε αναλόγως των ιστορικών σας… προτιμήσεων).

Για την επιτυχία της πολιτικής στροφής είναι απαραίτητη και η ιδεολογική στροφή. Δαιμονοποιήσαμε το μνημόνιο έλεγε ο κ. Δραγασάκης, ο λαός νομιμοποίησε το μνημόνιο λέει τώρα ο κ. Γιώργος Τσίπρας.

Πράγματι ο κ.Αλέξης Τσίπρας «ξεμπέρδεψε με το παλιό» (τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ) και στήνει «το νέο»(την παλινόρθωση της Δεξιάς). Η αριστερή ιδεολογία του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς διαχέεται σε μια διαχείριση της δυστυχίας μας με φραπέδες και ψέματα.

Η αλλαγή αυτή ή μάλλον ή μετάλλαξη γίνεται και απαλά και απότομα. Αίφνης ο κ. Παππάς δηλώνει στα «ΝΕΑ» ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο πυλώνας της Δημοκρατικής Παράταξης» μιλώντας τη γλώσσα του κ. Λαλιώτη ή του κ.Σημίτη ή του «Βήματος». 

Η κυβέρνηση με «κορμό την Αριστερά» έστειλε τον κορμό της για κούτσουρο και τώρα φιλοδοξεί να είναι ο πυλώνας της… Δημοκρατικής Παράταξης – «της ποιάς;» θα αναφωνούσε ο ίδιος ο Αλέξης, όταν ακόμα η περικοπή των συντάξεων φερ’ ειπείν, του φαινόταν αντιπαραγωγική και ανήθικη.

Όμως, ο δρόμος που πήρε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι αναγκαστικώς αντιπαραγωγικός και αναγκαστικώς ανήθικος. Δεν μπορεί να θεωρείται «πλούσιος» ο πολίτης που βγάζει ετησίως 20.000 ευρώ και να του βγάζουν κάθε χρόνο την ψυχή με τους φόρους. Είναι αντιπαραγωγικό. Και είναι ανήθικο την ίδια στιγμή που περικόπτονται κι άλλο οι συντάξεις ο κ.Φλαμπουράρης να τάζει στους συνταξιούχους ότι, αν όλα πάνε καλά (!) θα επαναφέρει τη 13 σύνταξη. Έχει και η αναλγησία τα όριά της.

Ο ΣΥΡΙΖΑ εκπαιδεύεται απ’ τους ταγούς του στο άθλιο άθλημά του άλλα να λες κι άλλα να κάνεις». Καταδικάζει όσους αριστερούς στο εσωτερικό του παραμένουν ακέραιοι να θεωρούνται ακραίοι.

Η ευκολία με την οποίαν λέγονται πλέον τα ψέματα θυμίζει την εποχή Σαμαρά, όταν σ’ αυτήν τη χώρα «πετούσαν και τα γαϊδούρια», μόνον που τώρα πια μαζί με τα γαϊδούρια πετάνε και τα αεροδρόμια (προς πώλησιν), ου μην αλλά και σαλπάρουν τα λιμάνια για άλλη γη και για άλλα μέρη…

Πλην όμως no problem! Όπως θα  έλεγε και ο σοφός Νέστωρ κ. Φλαμπουράρης, από τα 75 προαπαιτούμενα των μηνών Οκτωβρίου και Νοεμβρίου, τα πρώτα 100 είναι δύσκολα…
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΞΙΖΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΠΑΓΚΑΛΟ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΗ ΦΙΛΗ;



πηγή:
Άρης Χατζηστεφάνου


Αξίζει να ασχολείται κανείς με τον Πάγκαλο του ΣΥΡΙΖΑ;

Θα μπορούσε ποτέ να έχει δίκιο ένας άνθρωπος ο οποίος επανέφερε τη θεωρία των δυο άκρων, ταυτίζοντας τους πολιτικούς του αντιπάλους (οι οποίοι τυχαίνει να είναι και αντίπαλοι του μνημονίου) με τους ναζιστές της Χρυσής Αυγής – ότι έκανε δηλαδή και ο Λαζόπουλος στο… δίωρο προεκλογικό σποτ που ετοίμασε για τον ΣΥΡΙΖΑ;

Η απάντηση, όσο και αν δεν μας αρέσει, είναι ναι. Ο Φίλης χρειάζεται την στήριξη όλων για την επίθεση που δέχεται σε σχέση με την γενοκτονία των Ποντίων.

Θυμίζουμε ότι η υπόθεση ξεκίνησε με αφορμή ένα κείμενό του στην Αυγή στο οποίο αποκαλούσε τη γενοκτονία των Ποντίων εθνοκάθαρση. Δεν έχει καμία σημασία εάν συμφωνεί κανείς με αυτή την άποψη. Σημασία έχει ότι ακούγονται ήδη οι πρώτες φωνές που ζητούν την ποινική του δίωξη με βάση το κατάπτυστο άρθρο 2 του νόμου 4285/2014.

Σύμφωνα με αυτό: Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται την ύπαρξη ή τη σοβαρότητα εγκλημάτων γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού που έχουν αναγνωριστεί με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων […] τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου.

Η αναγνώριση ως γενοκτονίας, μιας σφαγής εκατοντάδων, χιλιάδων ή εκατομμυρίων ανθρώπων δεν περιορίζεται δυστυχώς ούτε σε επιστημονικούς ορισμούς ούτε μπορεί να καθορίζεται με βάση συγκινησιακά κριτήρια. Πάντα εμπεριέχει και στοιχεία πολιτικής.

Το γεγονός ότι στις ΗΠΑ δεν λένε κουβέντα για την γενοκτονία δεκάδων εκατομμυρίων ινδιάνων αλλά είναι ικανοί να κηρύξουν πόλεμο σε όποιον αμφισβητεί τη γενοκτονία των Εβραίων (χωρίς πάλι να αναφέρουν ότι μαζί τους σφαγιάστηκαν και τσιγγάνοι και ομοφυλόφιλοι) είναι μια πολιτική απόφαση που σχετίζεται με το ρόλο του ισραηλινού λόμπι στις ΗΠΑ αλλά και τη στρατηγική σχέση της Ουάσινγκτον με το Τελ Αβίβ.

Αντίστοιχα στην Ευρώπη δεν λέμε κουβέντα για τη γενοκτονία δέκα εκατομμυρίων κατοίκων του Κογκό από τους Βέλγους (αφού εξοντώθηκαν από τον ευρωπαϊκό “πολιτισμό”) αλλά δίνουμε μάχες (και καλά κάνουμε) για τη γενοκτονία των Αρμενίων, οι οποίοι σφαγιάστηκαν από τους μουσουλμάνους Τούρκους.

Όλες οι προαναφερθείσες γενοκτονίες αποτελούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που απαιτούν καθημερινή καταδίκη. Η ποινικοποίηση όμως του επιστημονικού ή δημοσιογραφικού λόγου δεν μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Αντιθέτως είναι και αυτή μια πολιτική πράξη που ανοίγει το δρόμο για τη φίμωση της ελευθεροτυπίας, της ελευθερίας της σκέψης και της επιστημονικής έρευνας.

Ο Φίλης μπορεί να θεωρείται ο βασικότερος εκφραστής του σύγχρονου αυριανισμού (ή αυγιανισμού) αλλά αυτή τη φορά έχει το δίκιο με το μέρος του.
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)