πηγή:
Μάνος Στεφανίδης
Αφιερωμένο στον Μάρδα και την ...
Beyonce
"Βαρέθηκα να διδάσκω υπουργούς
πολιτισμού."
Μάνος Χατζιδάκις
Πρόκειται για τις δυο εκείνες έννοιες
που απουσίασαν εκκωφαντικά στην πολιτική διαπάλη των πρόσφατων εκλογών, πράγμα
που δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Το «κράτος του ωραίου» αποφεύγει να αγγίξει
τέτοια ζητήματα τα οποία κατά βάθος περιφρονεί και κατά πλάτος αγνοεί. Και ο
Κώστας Καραμανλής, πάντως, και ο Αλέξης Τσίπρας στην πρώτη του κυβέρνηση είχαν
την ευφυή ιδέα να ενώσουν τα υπουργεία Παιδείας και Πολιτισμού έτσι ώστε μέσα
από μια κοινή στρατηγική να υπηρετούνται αυτές οι δυο θεμελιακές, για την
επιβίωση του τόπου, ιδέες. Δυστυχώς και στις δύο περιπτώσεις, η όλη σύλληψη
υποβιβάστηκε στο επίπεδο της πιο ανέμπνευστης διεκπεραίωσης. Η παιδεία
εξακολουθεί να είναι εργαλειακή, μονοδιάστατη, αυταρχική με δεκάδες
Πανεπιστήμια επικαλυπτομένων ειδικοτήτων που παράγουν χιλιάδες άχρηστους
πτυχιούχους σε υπερκορεσμένα επαγγέλματα, χωρίς στοιχειώδη προγραμματισμό,
χωρίς σύνδεση με την αγορά αλλά και τις παραγωγικές ανάγκες της χώρας. Μοιάζει
να ζούμε εκτός εποχής και συχνά εκτός Ιστορίας.
Απ’ την άλλη ο πολιτισμός παραμένει
προϊόν πολυτελείας, μια ευκαιρία για να κόβουμε κορδέλες, να βολεύουμε τα
παιδιά του οικονομικού και κοινωνικού κατεστημένου, και να φλυαρούμε αδαπάνως
για πράγματα που δεν κατέχουμε, εντελώς αποκομμένοι από τις υπαρξιακές ανάγκες
του τόπου. Επειδή ο πολιτισμός είναι τρόπος και όχι πόζα.
Τέλος όμως οι μεμψιμοιρίες. Τι θα μπορούσε να γίνει τώρα; Αυτή τη κρίσιμη στιγμή που ο τόπος βιώνει πρωτοφανή παρακμή και έχει απόλυτη ανάγκη από επιβεβαίωση της ιδιαιτερότητάς του; Προσέξτε πώς σκέπτεται ο Αλέξης Τσίπρας: Μετακίνησε τον αποτυχημένο υπουργό παιδείας Αριστείδη Μπαλτά στο Υπουργείο Πολιτισμού και τον αποτυχημένο υπουργό πολιτισμού Νίκο Ξυδάκη στο Υπουργείο Εξωτερικών και μάλιστα σε μια θέση-βιτρίνα χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο. Όταν όμως οι κομματικές ισορροπίες υπερισχύουν του εθνικού συμφέροντος, φοβάμαι πως τίποτε καλό δεν μπορεί να προκύψει . Παρ΄ όλα αυτά ο ακαδημαϊκός δάσκαλος Α. Μπαλτάς θα μπορούσε να διεκδικήσει εκείνο το όραμα που έλειπε από τον γραφειοκράτη και μνησίκακο Ξυδάκη. Αρκεί να απαλλαγεί από τους ιδεολογικούς ή κομματικούς κορσέδες και να ανοιχτεί στη κοινωνία. Κάτι που δεν έπραξε ως τώρα παρά τις υποσχέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τέλος όμως οι μεμψιμοιρίες. Τι θα μπορούσε να γίνει τώρα; Αυτή τη κρίσιμη στιγμή που ο τόπος βιώνει πρωτοφανή παρακμή και έχει απόλυτη ανάγκη από επιβεβαίωση της ιδιαιτερότητάς του; Προσέξτε πώς σκέπτεται ο Αλέξης Τσίπρας: Μετακίνησε τον αποτυχημένο υπουργό παιδείας Αριστείδη Μπαλτά στο Υπουργείο Πολιτισμού και τον αποτυχημένο υπουργό πολιτισμού Νίκο Ξυδάκη στο Υπουργείο Εξωτερικών και μάλιστα σε μια θέση-βιτρίνα χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο. Όταν όμως οι κομματικές ισορροπίες υπερισχύουν του εθνικού συμφέροντος, φοβάμαι πως τίποτε καλό δεν μπορεί να προκύψει . Παρ΄ όλα αυτά ο ακαδημαϊκός δάσκαλος Α. Μπαλτάς θα μπορούσε να διεκδικήσει εκείνο το όραμα που έλειπε από τον γραφειοκράτη και μνησίκακο Ξυδάκη. Αρκεί να απαλλαγεί από τους ιδεολογικούς ή κομματικούς κορσέδες και να ανοιχτεί στη κοινωνία. Κάτι που δεν έπραξε ως τώρα παρά τις υποσχέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ.
Διακηρύσσω χρόνια πως ο πολιτισμός
μπορεί να προχωρήσει χωρίς υπέρογκα ποσά ή βαρύγδουπες επενδύσεις. Είναι ο
μόνο χώρος που οι ιδέες υπερτερούν της όποιας υλικής υποδομής (χωρίς να υποτιμώ
τη δεύτερη) αρκεί να υπάρχουν οι άνθρωποι (που υπάρχουν). Άρα ο νέος υπουργός
πρέπει να εμπιστευτεί το προσωπικό του ΥΠ.ΠΟ, ιδιαίτερα τους αρχαιολόγους και
τους μουσειολόγους και μην φορτώσει το γραφείο του με άχρηστους συμβούλους που
καλύπτουν απλώς κομματικές υποχρεώσεις. Ήδη μια αλλαγή νοοτροπίας θα ήταν το
πρώτο βήμα ώστε να κινηθούν τα εκατοντάδες μουσεία όλης της χώρας που
βρίσκονται σήμερα σε ύπνωση και παρακμή. Το να μετατραπούν τα μουσεία μας εκ
νέου σε κέντρα πολλαπλών πολιτιστικών εκδηλώσεων (εικαστικών, μουσικών,
ποιητικών, θεατρικών κλπ.) πέραν της τυπικής λειτουργίας τους, θα ήταν ένα
απροσδόκητο οξυγόνο σε όλη την περιφέρεια που διψάει αλλά και στερείται.
Πρώτο μέλημα η εκ βάθρων ανανέωση της
ναυαρχίδας της χώρας που είναι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Περιφερειακά
μουσεία όπως αυτό του Πειραιά, της Πάτρας, των Ιωαννίνων δείχνουν το δρόμο προς
τη σωστή κατεύθυνση. Όμως κι εδώ χρειάζονται οι κατάλληλοι , οι εμπνευσμένοι
άνθρωποι οι οποίοι συνήθως περιθωριοποιούνται επειδή δεν δέχονται να γίνονται
αυλή του εκάστοτε ισχυρού. Το επόμενο βήμα είναι οι γόρδιοι δεσμοί του Μεγάρου
Μουσικής, του Μουσείου στο Φιξ και της Εθνικής Πινακοθήκης. Μια κυβέρνηση της
Αριστεράς επιτέλους πρέπει να διεκδικήσει και να επιβάλει αξιοκρατία
προκηρύσσοντας με ανοιχτές διαδικασίες την θέση των διευθυντών και
απομακρύνοντας τους δοτούς και τους ημέτερους, δηλαδή τα πρόσωπα που έχουν
συνδεθεί τόσο με την εγχώρια διαπλοκή όσο με το εγχώριο κατεστημένο.
Το Φιξ είναι κλειστό γιατί δεν
υπάρχει καμιά ουσιαστική, πριν των προσωπικών παιγνίων, ανάγκη να είναι
ανοιχτό. Κανείς δεν το χρειάζεται γιατί μας χαλάει την νιρβάνα της μετριότητας.
Πού να ασχολούμεθα τώρα με θεωρίες, ερμηνείες ή ανατροπές! Στον τόπο αυτό
η ιστορία σταθερά αναβάλλεται. Τέλος ο συνδυασμός αυτού του αρχιτεκτονικού
σάντουιτς εμπνεύσεως Βενιζέλου – Καφέτση αποδεικνύει συμβολικά πού βρισκόμαστε
από πλευρά αισθητικής, ποια αρχιτεκτονική μας αξίζει (παρά τις οχτώ (8!) σχολές
αρχιτεκτονικής που παράγουν ετησίως εκατοντάδες απελπισμένους) και πόσος
γραφειοκράτης ή ανάπηρος είναι ο δημόσιος τομέας. Και πόσο νεόπλουτος ή αβαθής
είναι ο ιδιωτικός. Το κτίσμα του Φιξ αποτυπώνει αναφομοίωτο το anything goes ενός
βαλκάνιου μεταμοντέρνου καθώς από την πλευρά της Συγγρού θυμίζει γεροντοκόρη
θεολόγο ενώ από την πλευρά της Χαμοστέρνας την αισθητική της Happy Μυκόνου.
Επίσης δεν έπρεπε να αρχίσουν έργα για επιπλέον όροφο στην Εθνική Πινακοθήκη
επειδή αυτό το κτίριο του ‘60 είναι θεμελιωμένο πάνω στον Ιλισσό και έχει
τεράστιο στατικό πρόβλημα. Το ξέραμε από τότε και γι’ αυτό οι μελετητές του
(Μυλωνάς, Φατούρος, Αντωνακάκηδες) δεν το αποπεράτωσαν. Σήμερα παρά τους
μεγαλεπήβολους σχεδιασμούς κατάλαβαν αργά πως η δαπάνη που απαιτείται είναι
πολύ μεγαλύτερη της προϋπολογισμένης δηλαδή θα χρειαστεί και άλλο ΕΣΠΑ συν την
ουρανόσταλτη χορηγία του πολύτιμου Ιδρύματος Νιάρχου, το οποίο παρά τις
μεμψιμοιρίες πολλών ηλίθιων (αριστερών) αλλάζει το πολιτιστικό χάρτη της χώρας
χωρίς να παρεμβαίνει στη κρατική πολιτική. Όπως π.χ. συνέβαινε με τον Χρ.
Λαμπράκη και το Μέγαρο. Συμπέρασμα: η μεγαλομανία της κυρίας Πλάκα θα μας
αποστερεί την Πινακοθήκη για πολλά χρόνια ακόμα (εκτός κι αν γίνει και
πρωθυπουργός και την εγκαταλείψει. Μόνο έτσι θα σωθεί!).
Και κάτι προσωπικό: Έχω προτείνει και
στον πρωθυπουργό και στον προηγούμενο υπουργό πολιτισμού την μετατροπή του νυν
ανενεργού, παλαιού Μουσείου της Ακρόπολης πάνω στον Ιερό Βράχο σε διαχρονικό
μουσειακό χώρο αφιερωμένο στη γλυπτική, την ελληνική τέχνη. Εκεί, κάθε δυο
χρόνια, θα παρουσιάζονται αριστουργήματα της υφηλίου, π.χ. ένας κούρος
πλάι σε ένα γλυπτό του Giacometti, μια Pieta του Michelangelo πλάι
σε ένα Rodin, ο Χαλεπάς και ο Καπράλος δίπλα στην Kaethe
Kollwitz ή ένα γλυπτό της Gandara, ως φόρος τιμής στους
πολιτισμούς του κόσμου. Με συμβολικό σημείο αναφοράς τον Ιερό Βράχο.
Σήμερα η Ελλάδα πρωταγωνιστεί για τους γνωστούς λόγους στα διεθνή ΜΜΕ. Θα
μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε την μοναδική ευκαιρία βομβαρδίζοντάς τα εκτός από
σκάνδαλα και με γεγονότα πολιτισμού. Δεν χρειάζονται χρήματα, απλώς ιδέες. Και
πάνω απ' όλα ένα καινούριο όραμα. Ποιος μπορεί;
ΥΓ. Εκτός κι αν ταυτίζουμε τον
πολιτισμό με τον Λαζόπουλο.
Μάνος Στεφανίδης
αναπληρωτής καθηγητής του ΕΚΠΑ
Τήνος, 4/10/2015
===================================================================================
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου