πηγή:
Κωνσταντίνος Πουλής
«Τέρμα η γωνία, κουφάλες. Κι όπως
λέει η γηραιά κυρία της γειτονιάς μου, να είναι καλά τα παιδιά […] που δεν
δραπέτευσαν στη μέση της μάχης εν ονόματι των αρχών».
Εφ. Αυγή, 21/9/2015
Είναι ωραίο να νικάς και θλιβερό να
θέλεις να χάνεις. Ιδίως είναι υποτιμητικό αν ψυχολογικά νιώθεις πιο άνετα στην
ασφάλεια της ήττας. Στην ασφάλεια μιας θέσης δηλαδή που δεν έχει ευθύνες, δεν
απαιτεί τίποτε άλλο από το να κατηγορείς τους άλλους που σε αδίκησαν.
Όλα αυτά είναι σωστά, υπό έναν όρο:
Ότι την νίκη την επιτυγχάνεις ως αυτό που είσαι. Αυτός είναι ο ένας και
μοναδικός, ο απαράβατος όρος για να έχουν νόημα αυτά που λέμε. Διαφορετικά,
επαναλαμβάνεις το μόνιμο αδιέξοδο κάθε τέτοιας κίνησης: ότι η νίκη σου απαιτεί
να γίνεις ίδιος με αυτόν που ανέτρεψες, πως παίρνεις τη θέση του μόνο αφού
έχεις γίνει σαν τα μούτρα του.
Άκουγα τη βραδιά των εκλογών την
Τασία Χριστοδουλοπούλου να λέει ότι η ιδέα πως ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε σε
μνημονιακό κόμμα είναι μεταφυσική(!), διότι το κόμμα είναι οι άνθρωποι, και οι
άνθρωποι δεν αλλάζουν. Δεν ξέρω τι σημασία μπορεί να έχει η μεταφυσική στο
μυαλό της, αλλά οι άνθρωποι αλλάζουν πολύ συχνά, ιδίως προς το χειρότερο. Για
να πιστοποιηθεί αυτή η αλλαγή αρκεί μία υπογραφή, δεν θέλει πολύ. Σημασία έχει
όμως πως το «ηθικό πλεονέκτημα» δεν το αποκτά κανείς μια κι έξω, για πάντα.
Είναι κυρίως η επιμονή ενός ανθρώπου να εξακολουθεί να κάνει αυτό που πιστεύει,
ιδίως όταν η ζωή τού χτυπάει την πόρτα λέγοντας ότι όλα θα ήταν πιο βολικά αν
έκανε κάτι άλλο.
***
Παράδειγμα επίκλησης της ηθικής
υπεροχής: ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, στη συζήτηση για το μνημόνιο, όταν μίλησε ο
Ανδρέας Λοβέρδος για να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση, του απάντησε ότι δεν
έχει δικαίωμα λόγου γιατί διαπόμπευσε τις οροθετικές γυναίκες. Να μην
παρεξηγηθώ, πιστεύω ότι το όνειδος αυτής της πράξης θα πρέπει να στοιχειώνει
τον Λοβέρδο σε όλη την πολιτική και προσωπική ζωή του, ότι δεν πρέπει να
ξεχαστεί. Πιστεύω όμως ταυτοχρόνως ότι η ιδέα πως θα γίνεται κριτική για το
μνημόνιο και η Αριστερά θα απαντά «ναι, αλλά εσείς βασανίζετε τους μαύρους»,
δεν είναι ικανοποιητική. Θέλω να πω ότι οι αμαρτίες (οι τεράστιες) της άλλης
πλευράς δεν δικαιώνουν τις επιλογές της Αριστεράς δια παντός. Το επιχείρημα
αυτό θα ισοδυναμούσε με τις πολύ πονηρές υπηρεσίες που προσφέρει σήμερα ο
νεοναζισμός στον δημόσιο διάλογο. Έδωσε την ευκαιρία στον Βενιζέλο να κηρύσσει
αντιφασιστικό αγώνα, να μας λέει ότι εγώ μπορεί να είμαι ο Βενιζέλος, αλλά
αυτοί είναι ναζί! Με τον ίδιο τρόπο, δεν έχει νόημα να λέει κανείς «εγώ μπορεί
να ψήφισα μνημόνιο, αλλά κι εσύ διαπόμπευσες οροθετικές!» Ο καθένας ευθύνεται
γι’ αυτό που έκανε, και το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ χειρότεροι στην πολιτική,
μέχρι και κανονικά κτήνη, δεν αθωώνει συγκριτικά μικρότερα κακά, διότι και η αθωότητα
και η αγνότητα υπάρχουν ή δεν υπάρχουν κάθε συγκεκριμένη στιγμή, δεν τις
διαθέτει κανείς λόγω θέσης. Τις διατηρεί όταν και για όσο αντέχει.
***
Ο Λυσιέν στις Χαμένες
Ψευδαισθήσεις (ή Χαμένα Όνειρα) του Μπαλζάκ φτάνει στο Παρίσι για να
κάνει δημοσιογραφική καριέρα. Η καριέρα αυτή απαιτεί ένα καλό εναρκτήριο
χτύπημα, που είναι ούτε λίγο ούτε πολύ να γράψει έναν λίβελο εναντίον φίλου.
Έτσι είναι αυτά. Δεν γίνεται λίγο-λίγο, ούτε «μεταφυσικά». Γίνεται ωμά, για να
το καταλάβεις και να περάσεις τη διαβατήρια τελετή χωρίς αμφιβολίες.
Βγαίνοντας, δεν έχεις καμία αμφιβολία ότι δεν είσαι πια ο ίδιος άνθρωπος. Κάπως
έτσι αναβαπτίστηκε και ο πρωθυπουργός μας μετά το δεκαεπτάωρο και τον έρπητα.
Κοίταζα τα χαμογελαστά πρόσωπα και
τους χορούς τη βραδιά των εκλογών. Εγώ, που δεν είμαι ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ,
είχα νιώσει μια κάποια χαρά κατά την ολιγοήμερη ηρωική περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι
τις 20 Φλεβάρη. Αυτοί που γλεντούσαν τη βραδιά των εκλογών του Σεπτεμβρίου ήταν
κάποιοι άλλοι. Δεν υπήρχε τίποτα από την αρχική αισιοδοξία ενός ΣΥΡΙΖΑ που «θα
αλλάξει την Ευρώπη». Κατάφερε να συντριβεί στις διαπραγματεύσεις και μαζί να
εξαφανίσει όσους λένε αυτά που έλεγε. Να μηδενίσει δηλαδή τις αντιστάσεις σε
αυτά που κατήγγελε τόσα χρόνια. Υπέγραψε πρώτα και μετά πήγε σε εκλογές χωρίς κανένα
πολιτικό ζητούμενο, για να βεβαιώσει την παραμονή του στην εξουσία. Δεν μπορώ
να φανταστώ ποιον άλλον μπορεί να αφορά αυτή η διαδικασία εκτός από τα
επαγγελματικά στελέχη.
Με λίγα λόγια, η νίκη χωρίς όρους
είναι πασοκισμός. Δεν ξέρω ποιοι μπορεί να γλέντησαν την εκλογική νίκη του
ΣΥΡΙΖΑ και γιατί. Ξέρω όμως ότι για όποιον συνδέει την πολιτική με την ηθική,
και δεν θεωρεί πως πρόκειται για άθλημα επικράτησης, η νίκη έχει νόημα μόνο αν
είμαι εγώ που νίκησα, όχι το πλάσμα στο οποίο υποχρεώθηκα να μεταμορφωθώ
προκειμένου να επικρατήσω.
***
Αριστερός δεν είναι κάποιος που πάντα
χάνει. Είναι όμως για μένα κάποιος που έχει το θάρρος να αποδεχθεί και την
ήττα, προκειμένου να παραμείνει αυτός που ήταν. Έτσι χάνει κανείς, διότι
συνδέει τη μοίρα του με συγκεκριμένες ιδέες. Δεν πρόκειται λοιπόν για αλλεργία
στην επιτυχία, παρά για αλλεργία στη μετάλλαξη.
Άμα τύχει να τολμήσει κανείς να
υπενθυμίσει τον Κροπότκιν και τον Τσε, για να πει ότι όταν σου δίνουν ένα
υπουργείο δεν πρέπει οπωσδήποτε να το πάρεις, αντιμετωπίζεται με θυμηδία: τι
θυμήθηκες, με τι συγκρίνεις τον εαυτό σου και με τι συγκρίνεις τους άλλους. Δεν
μου φαίνεται αστείο. Είναι πολύ ωραία η φράση του Καμύ, πως «φθονούμε αυτό που
δεν έχουμε, αλλά ο επαναστατημένος άνθρωπος υπερασπίζει αυτό που είναι». Ορίστε
λοιπόν μια χρήσιμη διάκριση. Σε αντίθεση με τον μνησίκακο άνθρωπο του φθόνου, ο
επαναστατημένος άνθρωπος δεν είναι άδειο κέλυφος. Έχει κάτι που δεν
ανταλλάσσεται. Αυτό δεν είναι υποχρεωτικό να το καταλάβει ο καθένας. Αλλά αυτός
που τοποθετείται ιστορικά σε αυτήν την παράδοση πρέπει να μπορεί να το
καταλάβει. Δραπέτευση είναι η εγκατάλειψη των αρχών, ας μην παραλογιζόμαστε.
===================================================================================
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου